ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΚΡΗΤΗΣ - THEOLOGOI-KRITIS.SCH.GR

ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

  • Μεγαλύτερο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Προκαθορισμένο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Μικρότερο μέγεθος γραμματοσειράς
Αρχική Αρθρογραφία Η μνήμη των αγίων κατά τους Τρεις Ιεράρχες και το νόημα της γιορτής σήμερα

Η μνήμη των αγίων κατά τους Τρεις Ιεράρχες και το νόημα της γιορτής σήμερα

E-mail Εκτύπωση

Η μνήμη των αγίων κατά τους Τρεις Ιεράρχες
και το νόημα της γιορτής σήμερα*

Του Γεωργίου Στριλιγκά
Σχολικού Συμβούλου Θεολόγων

Γιορτάζουμε σήμερα, σύμφωνα με το απολυτίκιο της γιορτής, τρεις μελίρρυτους ποταμούς σοφίας και παιδείας. Τον Αρχιεπίσκοπο της Καισάρειας Βασίλειο και τους Πατριάρχες Κων/λεως Γρηγόριο Θεολόγο και Ιωάννη Χρυσόστομο. Παράλληλα, μέσα από τη δική τους μνήμη, γιορτάζουμε και τιμούμε τη γιορτή της Παιδείας και των Γραμμάτων. Σήμερα, γιορτάζουμε οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές όλων των βαθμίδων. Σήμερα τιμούμε το εκπαιδευτικό και διδακτικό έργο και τους εκπαιδευτικούς θεσμούς.

Πώς και γιατί καθιέρωσε η Εκκλησία μνήμες αγίων; Ποιο είναι το νόημα αυτών των εκδηλώσεων; Πώς καθιερώθηκε η σημερινή γιορτή; Στην εποχή μας αυτές οι γιορτές έχουν κάποια ιδιαίτερη σημασία για την πραγματική ζωή; Αυτά είναι μερικά ερωτήματα στα οποία θα προσπαθήσω να καταθέσω στην αγάπη σας μερικές απλές και σύντομες σκέψεις, μέσα στα όρια του χρόνου που μου έχει δοθεί.

Η μνήμη και η τιμή των αγίων είναι αρχαιότατη χριστιανική παράδοση. Οι πανηγύρεις και οι συνάξεις προς τιμήν αγίων και μαρτύρων προέρχεται από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Οι Τρεις Ιεράρχες διασώζουν άφθονες μαρτυρίες για συνάξεις προς τιμήν αγίων. Ήδη, στα χρόνια τους τελούνταν πολλές. Οι ίδιοι υπήρξαν συναξαριστές και εγκωμιαστές πολλών αγίων, ιδιαιτέρως μαρτύρων. Μέσα στο έργο τους διασώζεται το νόημα της οφειλόμενης τιμής προς τους αγίους που είναι ταυτόσημο με τη σχετική εκκλησιαστική διδασκαλία. Οι πατέρες είδαν τους άθλους και τους αγώνες των αγίων ως προέκταση του λυτρωτικού και αγιαστικού έργου του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό, η τιμή προς αυτούς είναι τιμή προς τον ίδιο τον Ιησού Χριστό.

Από την άλλη πλευρά, οι Τρεις Ιεράρχες τονίζουν το σωστό υπαρξιακό νόημα της εκκλησιαστικής γιορτής. Οι γιορτές δεν έχουν επετειακό και μουσειακό χαρακτήρα. Δεν επιδιώκουν να μας θυμίσουν απλώς ορισμένα ιστορικά γεγονότα. Πολύ περισσότερο δεν τις έχουν ανάγκη τα τιμώμενα πρόσωπα της Εκκλησίας δηλ. οι άγιοι και οι μάρτυρες. Πολύ χαρακτηριστικά λέγει ο Ιωάννης Χρυσόστομος, τους αγίους “αυτός που τους στεφανώνει εκείνος και τους επαινεί και ο έπαινος τους δεν είναι από τους ανθρώπους αλλά από τον Θεό» (PG 50, 672). Έτσι, ο έπαινος των ανθρώπων δεν τους κάνει λαμπρότερους (PG 48, 748).

Η μνήμη των αγίων είναι κυρίως για δική μας διηνεκή ωφέλεια, σημειώνει ο Μέγας Βασίλειος. Διότι, όπως λέγει, εκείνοι δεν έχουν ανάγκη να προσθέσουμε εμείς κάτι για να προκόψουν, όμως, εμείς οι ζωντανοί έχουμε ανάγκη τη μνήμη τους για να τους μιμούμαστε (PG 31, 492D-493A).

Μιμήθηκες μάρτυρα; Ρωτά ο Ιωάννης Χρυσόστομος. Ακόμη και εάν δεν είναι η γιορτή του μάρτυρα επιτέλεσες τη μνήμη του μάρτυρα. Ώστε εκείνος που κρατά τη ζωή του καθαρή, από κάθε ρύπο και κηλίδα, γιορτάζει καθημερινά. Ακόμη και εάν δεν είναι η ημέρα της γιορτής, ακόμη και εάν δεν προσκυνήσει στο ιερό του μάρτυρα, ακόμη και εάν κάθεται στο σπίτι του (ΕΠΕ 36, σ. 568). Η μέγιστη γιορτή είναι η καθαρή συνείδηση (PG 54, 669). Έτσι, εάν θέλουμε, μπορούμε να γιορτάζουμε καθημερινά, αν επιμελούμαστε την αρετή και καθαρίζουμε τη συνείδησή μας (PG 54, 670).

Εάν γιορτάζουμε τις εκκλησιαστικές γιορτές με αυτό τον τρόπο, συνδυάζοντας την πανήγυρη με τη μίμηση, τότε οι γιορτές γίνονται κατά Χριστόν και τιμούμε πραγματικά τους εορταζόμενους, γράφει ο Γρηγόριος Θεολόγος (PG 35, 837Β). Η μίμηση αυτή είναι μίμηση του ίδιου του Θεού. «Μπορείς να γίνεις θεός σ’ εκείνον που δυστυχεί και έχει ανάγκη, μιμούμενος το έλεος, την αγάπη του Θεού» (PG 35, 892C), συμπληρώνει ο ίδιος ιερός πατέρας.

Στην ιστορία της Εκκλησίας τίποτε δεν είναι βεβιασμένο ή εξεζητημένο. Η αναγνώριση της αγιότητας δεν έρχεται ως επιβράβευση μετά θάνατον ή ως καθιέρωση μιας ιστορικής επετείου. Είναι προέκταση της λειτουργίας του σώματος του Χριστού, είναι η κοινή μετοχή στο θάνατο και την Ανάστασή του. Είναι η πρόγευση των εσχάτων της βασιλείας του Θεού. Έτσι, οι άγιοι μιμούμενοι τον Χριστό συμπορεύονται με τον Χριστό και μαρτυρούν τη δική του αγιότητα. Οι χριστιανοί τιμώντας τους αγίους δεν κάνουν τίποτε λιγότερο ή περισσότερο παρά ενεργοποιούν και πιστοποιούν τη μετοχή τους στην εκκλησιαστική εμπειρία της χάριτος του Θεού. Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος αποφάνθηκε οριστικά περί της τιμής προς τους αγίους, βασισμένη ιδιαιτέρως στη διδασκαλία των αγίων Τριών Ιεραρχών.

Στις εκκλησιαστικές γιορτές και μνήμες των αγίων αισθανόμαστε ότι όλοι μας μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε και είμαστε ένα, οι «προλαβόντες» και οι «παρόντες», κατά τη φράση του Μεγάλου Βασιλείου (PG 31, 592 C), αυτοί που έφυγαν και αυτού που ζουν, η θριαμβεύουσα και η στρατευόμενη Εκκλησία. Αυτό φαίνεται καθαρά μέσα στη Θεία Λειτουργία, από τη οποία ξεκινά και στην  οποία κορυφώνεται κάθε εκκλησιαστική γιορτή. Γιορτάζοντας μέσα στην Εκκλησία, υπερβαίνεται ο χρόνος και όλοι κοινωνούμε στο ίδιο αιώνιο σώμα, το σώμα του Χριστού. Έτσι, κάθε εκκλησιαστική γιορτή είναι «αεί νεαρά», πάντοτε νέα, όπως λέει ο Αρχιεπίσκοπος της Καισάρειας Βασίλειος, διότι ο χρόνος και η συνήθεια δεν μπορεί να την εξαφανίσει.

Μέσα σε αυτό το πνεύμα, είναι πολύ χαρακτηριστικός ο τρόπος που αναγνώρισαν και τίμησαν τους Τρεις Ιεράρχες οι άνθρωποι της εποχής τους.

Οι Τρεις Ιεράρχες ήδη εν ζωή αναγνωρίστηκαν και τιμήθηκαν ως δίκαιοι, όσιοι και άγιοι. Δηλ. ως γνήσιοι φίλοι και μιμητές του Χριστού. Χαρακτηριστικές είναι οι σκηνές συμμετοχής του λαού στην εκδημία του αγίου Βασιλείου, όπως περιγράφονται τόσο από το φίλο του Γρηγόριο Θεολόγο όσο και από τον αδελφό του Γρηγόριο Νύσσης στους σχετικούς επιμνημόσυνους και εγκωμιαστικούς λόγους τους. Τόσο οι ίδιοι, ως επίσκοποι της Εκκλησίας, όσο και ο λαός αναγνωρίζουν την αγιότητα, προβάλλουν το πρότυπο και ζητούν τις πρεσβείες του.

Οπωσδήποτε, ποτέ δεν απουσίασαν και τα προβλήματα. Άλλωστε, και οι Τρεις συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις του κοινωνικού κακού, δεν χαρίστηκαν στις απαιτήσεις της κοσμικής εξουσίας, συνειδητά επέλεξαν την υποστήριξη του αδύνατου και του αδικούμενου, τον ανθρωπισμό και την κοινωνική δικαιοσύνη. Οι ίδιοι ήταν και παρέμειναν ασκητές και μοναχοί. Ανέβηκαν σε υψηλά εκκλησιαστικά αξιώματα, όμως έμειναν ξένοι προς το ναρκισσισμό της δύναμης και υπήρξαν ζωντανά παραδείγματα ταπεινοφροσύνης και αγάπης. Τα σημεία αυτά, σαν ισορροπημένη ζυγαριά, από τη μια φανερώνουν μια πορεία γεμάτη κακουχίες, διώξεις, δυσκολίες, από την άλλη αναδεικνύουν την αξία του αγώνα, της αρετής και της αγιότητας. Μέσα στην Εκκλησία τα κριτήρια αυτά λειτουργούν σαν ακοίμητη κανδήλα που φωτίζει αιώνια, και δίνει φως ξανά και ξανά.

Αναμφισβήτητα, οι Τρεις μεγάλοι πατέρες, υπήρξαν αξιόλογοι ποιμένες, σπουδαίοι ρήτορες, επιστήμονες με κύρος, πολυγραφότατοι συγγραφείς. Μια απλή στατιστική αποτίμηση μόνο του συγγραφικού έργου τους μπορεί να δείξει γιατί ο αιώνας τους χαρακτηρίστηκε χρυσός αιώνας της Εκκλησίας και των χριστιανικών γραμμάτων. Θεμελίωσαν εκκλησιαστικούς θεσμούς. Ανέδειξαν τον εκκλησιαστικό λόγο. Αντιμετώπισαν αιρέσεις. Ανοίχτηκαν στα επιστημονικά και φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής τους. Παρέλαβαν τα ερωτήματα των αρχαίων σοφών και προχώρησαν πολύ πιο πέρα με ρεαλιστικές απαντήσεις. Το επιστημονικό, ποιητικό, φιλοσοφικό, θεολογικό έργο τους είναι απαράμιλλο για την εποχή τους. Η παιδαγωγική τους πρόταση εξακολουθεί να είναι επίκαιρη.

Στην προσωπικότητά τους οφείλεται η υπέρβαση των αντιθέσεων και η σύνθεση των επιτευγμάτων του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού. Την αντίθεση είχε επισημάνει παλιότερα ο απόστολος Παύλος με τη γνωστή φράση «η σοφία του κόσμου τούτου είναι μωρία μπροστά στον Θεό (Α΄ Κορ. 3, 19). Όμως, στα χρόνια των πατέρων, με τη δική τους ρωμαλέα σύνθεση, μάθαμε πώς «να παίρνουμε το άνθος της τριανταφυλλιάς αποφεύγοντας τα αγκάθια», κατά τη φράση του Μεγάλου Βασιλείου. Η εμβέλεια της προσφοράς τους, τελικά, υπερβαίνει τον Ελληνισμό καθώς η ακτινοβολία τους αγκαλιάζει τους Ορθόδοξους Σλάβους και επίσης τον ευρωπαϊκό χριστιανισμό. Πράγματι, η σκέψη των Τριών Ιεραρχών έβαλε με τον τρόπο της σε μια πρώιμη εποχή τα θεμέλια ενός ευρωπαϊκού πολιτισμού, ο οποίος παρά τις αντιγνωμίες του, αναζήτησε επί αιώνες το όραμα ενός οικουμενικού ανθρωπισμού, βασισμένου στη φιλοθεΐα και τη φιλανθρωπία, την παιδεία και τη δικαιοσύνη. Όμως, δεν ήταν μόνο αυτοί οι λόγοι της αναγνώρισής τους ως μεγάλων πατέρων και οικουμενικών διδασκάλων.

Το ουσιαστικότερο είναι ο αγώνας τους για αληθινή ζωή, το υψηλό παράδειγμα μετοχής στο θυσιαστικό αγώνισμα της ελευθερίας. Κοντολογίς, υπήρξαν αυθεντικοί άνθρωποι, «στο μέτρο της ενανθρωπήσεως του Χριστού» (PG 31, 1028ΒC), για να χρησιμοποιήσω τη φράση του Μεγάλου Βασιλείου.

Ας μετακινηθούμε τώρα μερικούς αιώνες από την εποχή τους. Είναι γνωστό, ότι η σημερινή γιορτή καθιερώθηκε περίπου μια χιλιετία πριν από σήμερα αλλά και αρκετούς αιώνες μετά το θάνατο των Τριών Ιεραρχών. Καθένας από τους τρεις, έχει τη δική του ξεχωριστή γιορτή. Τον άγιο Βασίλειο γιορτάζουμε την 1η Ιανουαρίου, τον Άγιο Γρηγόριο στις 25 Ιανουαρίου και τον Ιωάννη Χρυσόστομο στις 13 Νοεμβρίου, καθώς και την ανακομιδή του λειψάνου του στις 27 Ιανουαρίου.  Το εντυπωσιακό είναι ότι ο κοινός εορτασμός, στις 30 Ιανουαρίου, καθιερώθηκε ύστερα από λαϊκή απαίτηση, στα μέσα του 11ου αιώνα, στα χρόνια του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού. Αφορμή για τη νέα γιορτή δόθηκε από τη συζήτηση περί των Συναξαρίων των τριών τιμώμενων σήμερα αγίων. Η διαφωνία για το ποιος από τους τρεις μεγάλους πατέρες της εκκλησίας ήταν ο σοφότερος διαίρεσε τους πιστούς σε Ιωαννίτες, Βασιλείτες και Γρηγορίτες. Στη διαμάχη έδωσε τέλος ο λόγιος Μητροπολίτης Ευχαΐτων Ιωάννης ο Μαυρόπους, που ανέλαβε να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες παρατάξεις. Πρότεινε λοιπόν την κοινή γιορτή, μάλιστα, κατά θαυμαστή προτροπή των ίδιων των Τριών Ιεραρχών, όπως αναφέρει ο Συναξαριστής. Η επιλογή της ημέρας οφείλεται στο ότι μέσα στον Ιανουάριο έχουμε γιορτές και των τριών, οπότε ο μήνας κλείνει πολύ όμορφα με την κοινή σύναξη. Η πρόταση αυτή ικανοποίησε τους αντιμαχόμενους και βρήκε απήχηση σε ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο. Από τότε η συγκεκριμένη γιορτή συνδέθηκε, επίσης, με τα ελληνικά και χριστιανικά γράμματα. Η παράδοση αυτή τονίστηκε ιδιαιτέρως, για ευνόητους λόγους, στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας. Αναφέρω αυτά τα γεγονότα, μόνο και μόνο για να καταδειχθεί πόσο ζωντανή έμεινε η μνήμη τους στην κοινωνική συνείδηση.

Αυτή την παράδοση υιοθέτησε η Σύγκλητος του πρώτου Ελληνικού πανεπιστημίου, που αποφάσισε το 1841, η γιορτή των Τριών Ιεραρχών να αναγνωρίζεται και ως γιορτή των Ελληνικών Γραμμάτων, πράγμα που αργότερα αναγνώρισε με σχετική νομοθεσία η Πολιτεία για ολόκληρη την Εκπαίδευση.

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, διασώζοντας το πνεύμα της εποχής, αναφέρει ότι η ταύτιση της γιορτής των Γραμμάτων με τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών δείχνει τον προσανατολισμό που ο νεώτερος Ελληνισμός ήθελε να έχει η Εκπαίδευση, στη συγκεκριμένη συγκυρία, συμπληρώνοντας ότι πίστη και παιδεία είναι οι δύο πόλοι γύρω από τους οποίους οφείλει να κινείται η διαπαιδαγώγηση.

Πέρα από το ιδεολογικό πλαίσιο εκείνης της εποχής, που οδήγησε στην καθιέρωση της γιορτής, και τις ισχυρές επιδράσεις του ευρωπαϊκού ρομαντισμού και νεοκλασικισμού που το έθρεψε, μπορούμε να αναγνωρίσουμε και στην περίπτωση αυτή την προφανή λαϊκή συνείδηση, που τους ήθελε στην κορυφή των πατέρων του Χριστιανισμού και του Ελληνισμού. Ακόμη, την κοινή αίσθηση για την οφειλόμενη ευγνωμοσύνη στο πρόσωπο και το έργο τους που κράτησε το Γένος όρθιο και ζωντανό σε εποχές σκοτεινές και δύσκολες.

Ας έλθουμε τώρα στις μέρες μας. Όλα τα παραπάνω τι σημαίνουν για μας; Έχει κάποιο μήνυμα αυτή η γιορτή για τους σημερινούς μαθητές, τους εκπαιδευτικούς, την πολιτεία, την Εκκλησία; Μπορούν οι Τρεις Ιεράρχες να θεωρούνται Οικουμενικοί διδάσκαλοι σε μια Ευρώπη, η εάν θέλετε σε μια Ελλάδα, που δυσκολεύεται να θυμάται ποια είναι τα θεμέλιά της;

Άραγε, μήπως οι Τρεις Ιεράρχες είναι αξιόλογοι και σπουδαίοι μόνο για την  εποχή τους; Μήπως οι σημερινές δυσκολίες συνδέονται με την πολιτιστική, ηθική και πνευματική ήττα του Ελληνισμού και της λαϊκής παράδοσης που επί αιώνες συμπορευόταν με τις αναζητήσεις των πατέρων της Εκκλησίας;

Πέρα από την οποιαδήποτε εύκολη αισιοδοξία ή απαισιοδοξία, που είναι κατηγορίες ψυχολογικές, οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές και ειλικρινείς: Μήπως χρειάζεται να δούμε ξανά το νόημα της λησμονημένης επετείου; Μήπως χρειάζεται να ξανασυζητήσουμε ποιο νόημα κομίζουν οι λέξεις Παιδεία, Εκπαίδευση, Γράμματα;

Νομίζω ότι η σύγχρονη εποχή έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με εκείνη των Τριών Ιεραρχών: Παγκοσμιοποίηση, πολιτιστική πολυμορφία, δημογραφική ρευστότητα, συγκρούσεις συμφερόντων, κοινωνικές ανισότητες, φαινόμενα ανομίας και αλλοτρίωσης, αντιπαράθεση των τοπικών παραδόσεων με την ιδεολογία της υπερδύναμης. Τα προβλήματα και τότε ήταν σύνθετα. Οι προτάσεις για την υπέρβασή τους ποικίλες. Η χριστιανική πρόταση δεν ήταν αυτονόητα η επικρατούσα ούτε αδιαμφισβήτητη.

Και όμως. Οι Τρεις Ιεράρχες είχαν σοφία και διάκριση. Είχαν πίστη και όραμα. Είχαν ταπείνωση και σθένος. Όταν ο Άγιος Γρηγόριος εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ομολογεί ο ίδιος, βρήκε μια μικρή ομάδα Ορθοδόξων και ξεκίνησε μόνος τη δική του επανάσταση συνείδησης, για να χρησιμοποιήσω τη φράση του Μητροπολίτη πρ. Κισάμου Ειρηναίου, από το ταπεινό προαστιακό εκκλησάκι της Αγίας Αναστασίας και οδήγησε στη μεγάλη ανατροπή.

Αυτοί οι τρεις άνθρωποι μπόρεσαν να αρθρώσουν μια πρόταση παιδείας τολμηρή για την εποχή τους, αλλά και σήμερα ιδιαίτερα πρωτοποριακή, καθότι συνταίριαξαν με  επιτυχία, την παιδεία των ανθρώπων με την παιδεία του Θεού.

Εάν θέλουμε να επικεντρωθούμε στην πρότασή τους για την παιδεία, για να κρατήσουμε ένα μήνυμα από το σημερινό εορτασμό θα τόνιζα τα εξής:
Καταρχάς, είδαν την παιδεία ως μια συνολική πρόταση ζωής. Έτσι τη σπούδασαν, έτσι τη δίδαξαν. Ως καθολική μόρφωση σώματος και ψυχής. Όπως πολύπλευρη είναι η κοινωνία και η ζωή. Όπως, και η γιορτή τους είναι αποτέλεσμα σύνθεσης. Έβλεπαν τους μαθητές ως ανθρώπινα πρόσωπα και όχι σαν εργαλεία για την επίτευξη ενός μελλοντικού κοινωνικού σκοπού.

Στην εποχή μας, η εκπαίδευση μπορεί να επιδιώκει την κατάρτιση και την εξειδίκευση, αυτό όμως δεν μπορεί να ακυρώνει το αίτημα για παιδεία. Δηλαδή την ολόπλευρη καλλιέργεια και προκοπή του ανθρώπινου προσώπου. Όπως χαρακτηριστικά λέγει ο Άγιος Βασίλειος οφείλουμε να έχουμε την ευαισθησία να τρυγούμε τη γνώση από όλα τα άνθη. Όπως η μέλισσα. Τίποτε να μην περιφρονούμε και ας δίνουμε την καρδιά μας κάπου ιδιαίτερα! Όχι μόνο μερικές δεξιότητες αλλά ολόκληρο το ανθρώπινο πρόσωπο. Όχι μόνο την ατομική βελτίωση αλλά την προκοπή όλου του κόσμου.

Η ανθρώπινη και η θεία σοφία δεν είναι δύο αντίθετοι πόλοι που καλούμαστε να συναρμόσουμε. Η παιδεία του Θεού δεν είναι τίποτε άλλο από αυτή καθαυτή την αυθεντική ανθρώπινη προκοπή, μόρφωση και τελείωση. Η πορεία αυτή είναι δυναμική και διαρκεί δια βίου. Γνώση και αλήθεια δεν είναι απλώς κάποιες έννοιες και ιδέες αλλά αυτή η ίδια η μόρφωση και η παιδεία.

Ένα δεύτερο σημείο είναι ότι η παιδεία θέλει αγώνα και κόπο. Μας το διδάσκει πολύ όμορφα ο Άγιος Γρηγόριος, ο οποίος μέχρι τα βαθιά γεράματά του αγωνιζόταν να διδαχθεί από κάθε εμπειρία της ζωής. Αγωνιζόταν να μετατρέψει σε εμπειρία τη θεωρία και  τόνιζε ιδιαιτέρως τη σημασία του αγώνα στη ζωή του ανθρώπου.

Σήμερα, στην εποχή της ευκολίας, παρά την αφθονία πόρων και μέσων και στην κοινωνία και στην εκπαίδευση, σε σχέση με παλιότερες εποχές, πολλές φορές αισθανόμαστε ανούσια και βαρετή την παιδεία μας. Ίσως, χρειάζεται να θυμηθούμε ξανά, εάν το έχουμε ξεχάσει, ότι παιδεία σημαίνει άθληση, και προσωπική ευθύνη. Όχι επανάπαυση και αδιαφορία, αλλά κριτικό πνεύμα, έρευνα, ελπίδα, προσδοκία, όραμα. Σημαίνει ακόμη κοινότητα, συνεργατικότητα και αλληλεγγύη. Η πρόσκληση για μίμηση των Αγίων Τριών Ιεραρχών δεν σημαίνει χρησιμοθηρική και τυφλή αντιγραφή κάποιων ατομικών ηθικών προτύπων αλλά μετοχή σε ένα συλλογικό παράδειγμα αυθεντικών σχέσεων.

Στο ζήτημα αυτό, όλοι μας έχουμε προσωπική ευθύνη και ειδικά οι δάσκαλοι και οι γονείς. Έχουμε ευθύνη για εγρήγορση και ανάληψη πρωτοβουλιών αλλά και συμφωνία σκοπών, λόγων και έργων. Αυτός που εκπαιδεύει οφείλει να εκπαιδεύει όχι μόνο με τα λόγια αλλά και με τις πράξεις, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος. Μισώ τα διδάγματα στα οποία είναι αντίθετη η ζωή, συμπληρώνει ο Γρηγόριος Θεολόγος.

Ένα τρίτο σημείο αυτής της διαφορετικής πρότασης για την παιδεία τονίζεται στην πολύ γνωστή φράση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: Η πραγματική παιδεία οδηγεί στην επαφή με την αγιότητα. Η λέξη σύμφωνα με το χριστιανικό νόημα σημαίνει ανύψωση από τα γήινα.  Αυτό δεν είναι κάτι αφηρημένο. Τα πρότυπα των αγίων και των πατέρων της Εκκλησίας αυτό μαρτυρούν. Με άλλα λόγια, η παιδεία δεν αξίζει τίποτε εάν δεν έχει μορφωτικό ή, για να το πω περισσότερο χριστιανικά, μεταμορφωτικό χαρακτήρα και αποτέλεσμα. Εάν δεν ανυψώνει τον άνθρωπο. Η παιδεία είναι μια πορεία προς το φως, έγραψε ο Πλάτωνας. Το σχολείο φωτίζει τους ανθρώπους, είπε με το δικό του τρόπο ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.

Αυτή η πορεία προς την αγιότητα είναι απαραίτητη σήμερα, σ` έναν κόσμο που αντί για την αγάπη προβάλλει το συμφέρον, αντί για την αλήθεια τις φαντασιώσεις της εικονικής πραγματικότητας, αντί για την ταπείνωση τον ατομισμό. Δεν θα ήταν, λοιπόν, άσχημο να ξαναθυμηθούμε στα σχολεία μας το αληθινό νόημα της ξεχασμένης ευχής «καλή φώτιση».

Με ένα τέτοιο όραμα, μπορούμε να είμαστε περισσότερο αισιόδοξοι για ένα σχολείο ποίησης και δημιουργίας, για μια παιδεία ελκυστική και εποικοδομητική, για μια κοινωνία περισσότερης αλήθειας. Δεν χρειάζεται να αντιγράψουμε κάτι, αλλά να επιδιώξουμε το φως. Δεν χρειάζεται να «κολλήσουμε» στο παρελθόν αλλά να προχωρήσουμε μπροστά. Οι Τρεις Ιεράρχες που γιορτάζουμε σήμερα, πιστεύω ότι είναι αιώνιοι δείκτες αυτής της δυνατότητας. Γι’ αυτό βρισκόμαστε εδώ σήμερα.

Ευχόμαστε σε όλους, ιδιαίτερα τους διδάσκοντες και διδασκόμενους, να φωτιζόμαστε πάντοτε από το φως των Αγίων Τριών Ιεραρχών, να πίνουμε πάντοτε νερό από τον ποταμό της σοφίας τους.

-----------------------------------------

(*) Ομιλία στην εκδήλωση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης προς τιμήν των Τριών Ιεραρχών, στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, στις 30 Ιανουαρίου 2012.

Τελευταία Ενημέρωση στις Τρίτη, 31 Ιανουάριος 2012 16:59  

Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση