Μνήμη Αντώνη Πεζανάκη, Άρχοντα Μαΐστορα της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας

Στριλιγκάς Γεώργιος, Σ.Ε.Ε. Θεολόγων
Εκτύπωση

Με αισθήματα λύπης, οι παλιοί απόφοιτοι της Εκκλησιαστικής Σχολής Κρήτης  πληροφορηθήκαμε την αναχώρηση από τα εγκόσμια του Αντώνη Πεζανάκη, θεολόγου εκπαιδευτικού, Άρχοντα Μαΐστορα της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας. Μολονότι έχουν περάσει μερικές δεκαετίες από τα χρόνια της σχολικής αναστροφής, η εικόνα του προσώπου του είναι ολοζώντανη στη μνήμη όλων μας και το αποτύπωμά του στη μορφωτική συγκρότησή μας έντονο.

Ο δάσκαλος ήταν πολυτάλαντος. Διέθετε βαθύτατη θεολογική παιδεία, με επίκεντρο τα μαθήματα θεολογικής και ποιμαντικής ειδίκευσης του εκκλησιαστικού σχολείου. Καλλιέργησε την εκκλησιαστική μουσική, την οποία διακόνησε μέχρι το τέλος της ζωής του σε πολλά αναλόγια. Ήταν δεξιοτέχνης σε πολλές παραστατικές τέχνες, βραβευμένος ζωγράφος και ταλαντούχος αγιογράφος. Τα χαρίσματα αυτά μετέδωσε απλόχερα σε πολλούς μαθητές του.

Στη διδασκαλία ήταν πάντοτε χαμογελαστός, ηδύς, ενθουσιώδης, παραστατικός, εποπτικός, μεταδοτικός, προτρεπτικός, βιωματικός. Ήταν εξαιρετικός αφηγητής, εύχαρις, προσηνής, μειλίχιος και ευγενικός. Βαθύτατα καλλιεργημένος και ταυτόχρονα ταπεινός, αρχοντικός και συνάμα απλοϊκός, πληθωρικός και φιλικός. Ο λόγος του, ως «φωνή αύρας λεπτής», ήταν μυρωμένος από την παράδοση της Εκκλησιαστικής Σχολής και του μοναστηριού της Αγίας Τριάδας, όπου έζησε και ο ίδιος ως μαθητής, αλλά και της Πόλης και της Θεσσαλονίκης όπου πήγε για ανώτερες σπουδές. Στις νεανικές ανησυχίες και αναζητήσεις μας, υπήρξε συχνά η δική μας «δρόσος Αερμών» και, εάν χρειαζόταν, ένας άλλος «υιός της βροντής». Οι μαθητές του  προσλαμβάναμε την τεκμηριωμένη διδακτική εργασία του, τις φιλόμουσες και καλλιτεχνικές ρίζες, τη δοτικότητα, το προσωπικό ενδιαφέρον, την έγνοια για την αξιοποίηση των προσωπικών μας ικανοτήτων, τον ενθουσιασμό για ό,τι καταπιανότανε, το χιούμορ, το φιλότιμο, το φιλικό περιβάλλον, την ανθρώπινη και ζεστή σχέση μέσα και έξω από την τάξη, ακόμη και μετά την αποφοίτηση.

Ο αγαπητός μας δάσκαλος γεννήθηκε σε δύσκολα χρόνια, τον Οκτώβριο του 1941, στο Χουδέτσι του Δήμου Μινώα Πεδιάδας. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές, ύστερα από εισαγωγικές εξετάσεις, μαθήτευσε στο Καπετανάκειο Γυμνάσιο του Ηρακλείου. Στην Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης φοίτησε από τη Β΄ Γυμνασίου, όπου πήγε με  μετεγγραφή το 1954 και αποφοίτησε το 1962.

Ακολούθησαν σπουδές στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, αφού πρώτευσε στις εισαγωγικές εξετάσεις. Το 1963 η Τουρκική Κυβέρνηση έδιωξε από τη Σχολή 10 φοιτητές, μεταξύ των οποίων ο Αντώνης Πεζανάκης, με την προσχηματική  δικαιολογία ότι δεν είχαν  απολυτήριο κλασικού Γυμνασίου. Μολονότι η παραμονή του στην Πόλη και στη Χάλκη δεν ήταν μακρά, οι μαθητές του αναγνωρίζαμε πόσο χάραξαν τη ζωή του τα ιερά σεβάσματα, τα πρόσωπα, οι παραδόσεις και οι καημοί της βασιλεύουσας. Ύστερα από νέες εισαγωγικές εξετάσεις πέτυχε να εισαχθεί στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, όμως, προτίμησε να φοιτήσει στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, η οποία δέχθηκε τη μετεγγραφή των διωχθέντων φοιτητών. Εκεί, εκτός από τη θεολογική σπουδή, εμβάθυνε περαιτέρω στη βυζαντινή μουσική, κοντά στους μεγάλους δασκάλους και πρωτοψάλτες, Χαρίλαο Ταλιαδώρο και Χρύσανθο Θεοδοσόπουλο. Συχνά μάς μιλούσε με ενθουσιασμό και συγκίνηση για τη βυζαντινή πόλη και την κληρονομιά της, τους αγίους, τις εκκλησιές, το πανεπιστήμιο, τους  μεγάλους ψάλτες, την αγιορείτικη παράδοση, τα βιώματα της προσφυγιάς.

Το 1968, φοίτησε στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα της Θεολογικής Σχολής, με ειδίκευση στην Ερμηνεία της Καινής Διαθήκης, το οποίο δεν ολοκλήρωσε λόγω οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων.  Μετά τη στρατιωτική θητεία, ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, εντάχθηκε στο εκπαιδευτικό προσωπικό της Εκκλησιαστικής Σχολής Κρήτης, το 1971, ως θεολόγος εκπαιδευτικός, στην οποία  υπηρέτησε επί 16 έτη, μέχρι το 1987. Αρχικά στην παλαιά έδρα της Σχολής, στο ιστορικό μοναστήρι της Αγίας Τριάδας των Τζαγκαρόλων, αργότερα στον Άγιο Ματθαίο Ακρωτηρίου. Το 1980 ανέλαβε τη διεύθυνση της Σχολής, την οποία άσκησε  μέχρι το 1987. Ακολούθησε μετάταξη στη γενική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, όπου υπηρέτησε επί 17 έτη σε σχολεία της πόλης των Χανίων, μέχρι τη συνταξιοδότηση.

Στην Εκκλησιαστική Σχολή πρόσφερε υποδειγματικά τη διδασκαλία των μαθημάτων των Θρησκευτικών γενικής παιδείας αλλά και αρκετών μαθημάτων θεολογικής ειδίκευσης, όπως είναι η Ερμηνεία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, το Κανονικό Δίκαιο, η Κατηχητική, η Βυζαντινή Αρχαιολογία κ.ά. Για μεγάλα χρονικά διαστήματα δίδαξε (επιπρόσθετα και αμισθί) τα μαθήματα των Τεχνικών-Εικαστικών και της Βυζαντινής Μουσικής. Το πλούσιο διδακτικό πρόγραμμα που εφάρμοζε στα εικαστικά μαθήματα στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου (καλλιγραφία, βυζαντινό διακοσμητικό, υαλογραφία, πυρογραφία, γύψινο, αυγοτέμπερα, ελαιογραφία, μικρογραφία, αντιγραφή εκ του φυσικού κ.ά.), καθώς και το προσωπικό του καλλιτεχνικό τάλαντο, τόσο στη ζωγραφική όσο και στη μουσική, άφησαν μαγιά και άνοιξαν δρόμους σε πολλούς μαθητές του που ασχολήθηκαν στη συνέχεια με αυτές τις τέχνες. Τα μουσικά μαθήματα, οι εκκλησιαστικές χορωδίες, οι μουσικές εκτελέσεις κατά το παραδοσιακό πατριαρχικό ύφος, το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής, αλλά και το μορφωτικό πρότυπο της φυσικής καλλιφωνίας του υπήρξαν μαθησιακό εφαλτήριο για πολλούς, που διακρίνονται σήμερα ως διάκονοι ή δάσκαλοι της Εκκλησιαστικής Μουσικής.

Yπηρέτησε το εκκλησιαστικό αναλόγιο σε πολλούς ναούς, «άδοντας τα μεγαλεία του Θεού», σύμφωνα με τη δική του έκφραση, στον τόπο της καταγωγής του στο Χουδέτσι Ηρακλείου, στη Σίνδο, την Περαία, τον Εύοσμο και τον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης, στην Κυρία των Αγγέλων και τον Άγιο Γεώργιο Ρεθύμνης, στον Άγιο Νικόλαο Σπλάντζιας και τον Άγιο Λουκά και για πολλά χρόνια στον ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Χανίων. Για τη συμβολή του στο λειτουργικό και ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στην εκκλησιαστική μουσική τιμήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο με το οφίκιο του Άρχοντος Μαΐστορος της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας.

Ως διευθυντής της Εκκλησιαστικής Σχολής, εκτός από τις διδακτικές, γραμματειακές και διοικητικές ευθύνες, καθώς και την απαιτητική πρόνοια για την εστίαση των μαθητών, οργάνωσε πολλές αξιόλογες εκπαιδευτικές εκδηλώσεις και προγράμματα σχολικών δραστηριοτήτων. Σημαντική ήταν η οργανωτική πρωτοβουλία και η φιλοκαλική σφραγίδα του στην έκδοση του ετήσιου αναμνηστικού τόμου της Σχολής. Την παράδοση της έκδοσης σχολικών περιοδικών συνέχισε και στη Γενική Εκπαίδευση, όπου εξέδιδε για αρκετά χρόνια τον τόμο «Γυμνασιακή Έκφραση». Παράλληλα, επιμελήθηκε εκδόσεις βυζαντινής μουσικής, συνέγραψε αφιερωματικό τόμο με υμνολογικά-μουσικά κείμενα για τον άγιο Νικόλαο και πλείστα θεολογικά και άλλα μελετήματα.

Ο Αντώνης Πεζανάκης υπήρξε πολυτάλαντη προσωπικότητα και προικισμένος δάσκαλος. Ωστόσο, οι θεμελιώδεις αφετηριακές διαστάσεις του έργου και της προσφοράς του ήταν, αναμφίβολα, η βαθιά εκκλησιαστική πίστη και συνείδηση, το ορθόδοξο εκκλησιολογικό ήθος, η άρτια θεολογική συγκρότηση, η προσήλωση στην εκκλησιαστική πνευματικότητα και την τοπική κρητική παράδοση, η έμπρακτη διακονία του στο ποιμαντικό και λειτουργικό έργο της Εκκλησίας. Αγαπούσε και σεβόταν βαθύτατα το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τιμούσε την τοπική Εκκλησία.

Οι απόφοιτοι της Σχολής κατά το έτος 1980 και όλοι οι μαθητές του είμαστε ευτυχείς και ευγνώμονες για όσα ζήσαμε κοντά του. Δοξάζουμε τον Θεό που περάσαμε από τη Σχολή και μετείχαμε στα μαθήματά του. Εκφράζουμε την ταπεινή μας ευχαριστία προς το σεπτό πρόσωπο του, χάριν «οφλημάτων» πολλών. Είθε να πορεύεται προς τη «Χώρα των Ζώντων», μακάριος, με τιμή και μνήμη αιώνια.

Πηγή: Χανιώτικα Νέα, 27/1/2022

Τελευταία Ενημέρωση στις Παρασκευή, 28 Ιανουάριος 2022 12:48