«ΑΝΟΙΞΩ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΜΟΥ»

Πρωτοπρ. Παχυγιαννάκης Ευάγγελος
Εκτύπωση

Φθάσαμε με τη χάρη του Θεού  και τις πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου αυτές τις ευλογημένες ημέρες της Αγίας Τεσσαρακοστής με τις κατανυκτικές Ακολουθίες των Αποδείπνων, των Προηγιασμένων και των Χαιρετισμών.  Κι απόψε θα ηχήσουν και πάλι γλυκόλαλες οι καμπάνες των ορθοδόξων Εκκλησιών να φέρουν το μήνυμα των πρώτων Χαιρετισμών της Παναγίας.  Είναι η γνώριμη γλώσσα της καμπάνας που πότε μας φέρνει γλυκά μηνύματα, πότε πένθιμα, πότε χτυπάει λυπητερά και πότε χαρμόσυνα, πάντα ανθρώπινα κι έχει κάθε φορά ένα ξεχωριστό λόγο να μας φέρει για γεγονότα και πρόσωπα που συγκινούν τις καρδιές μας. Η καμπάνα είναι ο ηχηρός λόγος της Εκκλησίας που μας καλεί  να βιώσομε συλλογικά και λειτουργικά τη σχέση μας ως πρόσωπα μέσα στο κοινό μας σπίτι, τον ναό του Θεού. Έτσι, πάλι, με αυτή τη μορφή του λόγου της η Εκκλησία, θα μας καλέσει απόψε στη γιορτή της Μητέρας μας, να σταματήσομε για χάρη της τις μετάνοιες και τις παρακλήσεις, να ντυθούμε τη χαρά της παυσολύπης που παίρνομε από την αγία μορφή της, για να της απευθύνομε τα απειράριθμα « Χαῖρε» της ευλαβείας και ευχαριστίας μας. Μα αν ο ηχηρός λόγος, ο εξωτερικός λόγος της Εκκλησίας είναι η καμπάνα, που κράτησε αιώνες ζωντανή την πίστη μας μέσα σε πολυχρόνιες σκλαβιές και σήμερα προσπαθεί να ξυπνήσει τις ράθυμες ψυχές των ανθρώπων, υπάρχει κι ένας άλλος λόγος, που βγαίνει μέσα από τις καρδιές των πιστών ανθρώπων, που γλυκαίνει και παρηγορεί. Είναι ο ενδιάθετος λόγος, που εξωτερικεύεται με τον προφορικό λόγο, που δόθηκε ως προίκα από τον Θεό στον άνθρωπο, για να Τον υμνεί και να συντροφεύει τον συνάνθρωπό του με λόγια όμορφα και αγνά, με τέτοια χάρη, ώστε να αποκαλύπτουν τον κρυμμένο θησαυρό της καρδιάς του.

Η καρδιά είναι το κέντρο της υπάρξεως του ανθρώπου, το ταμείο του, η πηγή και δεξαμενή του. Κι όταν αυτή η δεξαμενή είναι γεμάτη γλυκούς στοχασμούς και λογισμούς, τότε εκπηγάζουν μέσα από αυτήν λόγια καλά κι ειρηνικά, λόγια καθαρά και νόστιμα, είναι αυτό που λέει στο ευγγέλιό Του ο Κύριος: «ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας τὸ στόμα λαλεῖ· ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει ἀγαθά, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά» (Ματθ.12.34,35). Αντίθετα, λέει, από μια πονηρή και ακάθαρτη καρδιά θα βγούνε στον αέρα σκληρά, βρωμερά, βλάσφημα και μοχθηρά λόγια.

Απόψε θα ακούσομε το κάλεσμα της καμπάνας και θα προσέλθομε με χαρά στην εκκλησιά, να προσφέρομε την τιμητική μας λατρεία στην Υπεραγία Θεοτόκο· να της ψάλλομε, να την υμνήσομε, να της  προσφέρομε λόγον αγαθόν. Και δεν υπάρχει γλώσσα χριστιανού που να μην συμψάλλει αυτό το γνωστό α΄ τροπάρι της α΄ Ωδής του Κανόνος, που είναι ποίημα του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, όπως και όλων των Ωδών, που τα τροπάρια τους είναι ποίημα Ἰωσήφ του υμνογράφου.

Σ’ αυτό, λοιπόν, το α΄τροπάρι, του α΄ ειρμού του Κανόνος, που γίνεται κάθε χρόνο γλυκό ψέλλισμα των ευγενών καρδιών, μελώδημα και ακρόαμα μαζί, το ίδιο και απόψε στο άκουσμα της αποψινής καμπάνας, θα σταματήσομε να το ερμηνεύσομε: «’Ανοίξω τὸ στόμα μου* καὶ πληρωθήσεται πνεύματος* καὶ λόγον ἐρεύξομαι τῇ βασιλίδι Μητρί·* καὶ ὀφθήσομαι* φαιδρῶς πανηγυρίζων* καὶ ἄσω γηθόμενος ταύτης τὰ θαύματα». Σε μετάφραση: «Θ’ ανοίξω το στόμα μου· και θα γεμίσει πνεύμα άγιο, γιατί το πρόσωπο στο οποίο θα απευθύνω τα λόγια μου αυτά είναι άγιο, γι’ αυτό και τα λόγια θα πρέπει να είναι άγια, επειδή απευθύνονται στη βασίλισσα Μητέρα του Θεού. Και θα με δει όλος ο κόσμος να πανηγυρίζω, ψέλνοντας με ευφρόσυνη χαρά τα θαυμαστά μεγαλεία της!»

Ο ποιητής νιώθει τη δεξαμενή της καρδιάς του να πλημμυρίζει από αισθήματα αγνά, να ξεχειλίζει από συναισθήματα άγια, να κατακλύζεται από ενδιάθετα λόγια που συνωθούνται και ζητούν να βγουν  από την πύλη του στόματός του, να γίνουν φωνή και λόγος ενεργός, αρωματίζοντας τις ψυχές μας και τον κόσμο ολόκληρο. Κι αυτό το άρωμα γίνεται ποίημα και τραγούδι, ορμητικό ποτάμι,  οσμή ευωδίας πνευματικής, που ξεχύνεται κι ευωδιάζει μυριάδες άλλες ευγενικές καρδιές και τον κόσμο ολόκληρο.

Απόψε, στο κάλεσμα της καμπάνας είθε ν’ αφήσομε για λίγο τη φλυαρία των λόγων, των αγοραίων λόγων, των φτηνών λόγων και να ζήσομε ευλαβικά και όμορφα, μέσα στους ανθοστόλιστους ναούς αυτή την υπέροχη πλημμυρίδα των λόγων, των γλυκών λόγων, που βγαίνουν από την πνευματική ευφορία της καρδιάς των ιερών υμνογράφων και σμίγουν με τους σιωπηλούς ύμνους των ευγενών καρδιών και των ουράνιων μελωδημάτων,  που ψάλλουν οι Άγγελοι στην ολόφωτη Βασίλισσα των Ουρανών. Κι αφού οι Άγγελοι ψάλλουν τις ουράνιες μελωδίες τους, οι υμνογράφοι συνθέτουν τα υπερφυή ποιήματά τους, η φύση συναγάλλεται και σκιρτά,  ας ψελλίσομε κι εμείς, σμίγοντας με το αρχαγγελικό «Χαίρε»,  τον παρακλητικό λόγο μας: «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῷσον ἡμᾶς»!

Τελευταία Ενημέρωση στις Κυριακή, 20 Μάρτιος 2016 22:22