Κοσμά του Αιτωλού, “Το σχολείον ανοίγει τες εκκλησίες”: Συναδελφικό
χρέος προς τον πρώην σχολικό σύμβουλο, κ. Νικόλαο Μαρκαντώνη" (*)
Του Εμμανουήλ Αθ. Λουκάκη
Σεβασμιώτατε,
κύριε σύμβουλε, αγαπητοί συνάδελφοι,
Επέλεξα αυτόν τον τίτλο, της εισηγήσεώς μου, μετά και την επικοινωνία μας κ. σύμβουλε, ευρισκόμενος ήδη στο πέρας της σχολικής μου θητείας με στόχο όπως αναφέρετε στην πρόσκληση, κυρίως να μοιραστώ μαζί σας τη χαρά της κοινής αυτής σύναξης. Καταθέτοντας τη δική μου προσωπική εμπειρία, θα ήθελα ταυτόχρονα να απευθύνω εγκάρδιο χαιρετισμό ευχαριστίας και διδακτικού χρέους – in absentia βέβαια και όλως προχείρως – προς τον πρώην σχολικό μας σύμβουλο κ. Νικόλαο Μαρκαντώνη για τα όσα μου προσέφερε σε προσωπικό επίπεδο, καθώς και γενικότερα στη σχολική κοινότητα μέσω του μαθήματος των Θρησκευτικών. Αφού λοιπόν αναφερθώ εν ολίγοις στην προσωπικότητα και το έργο του θα περάσω στη γνωριμία μαζί του.
Καθώς αναφέρεται στο βιογραφικό του, ο κ. Νικόλαος Κ. Μαρκαντώνης γεννήθηκε στις Ελένες Αμαρίου του Νομού Ρεθύμνης. Σπούδασε στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και περάτωσε σπουδές το 1957. Στη συνέχεια πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Βόννη και Κολωνία της Γερμανίας.
Μελετώντας "εκ παραλλήλου" το "δίδυμο" Θεολογία και Φιλοσοφία στα κείμενα των πατέρων έκτου και έβδομου αιώνα οδηγήθηκε στο έργο του Λεοντίου του Βυζαντίου και στη "Μυσταγωγία" του Μάξιμου του Ομολογητού, επηρεασμένος, για το δεύτερο, από το έργο του Hans Urs von Balthasar, "Kosmische Liturgie",. Δίδαξε σε γυμνάσια και λύκεια των Αθηνών και στην Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης. Το 1985 ανέλαβε σχολικός σύμβουλος θεολόγων και υποδιευθυντής στη Σχολή επιμόρφωσης λειτουργών Μέσης εκπαίδευσης (Σ.Ε.Λ.Μ.Ε.) Ηρακλείου. Έχει διατελέσει πρόεδρος του Συνδέσμου Κρητών θεολόγων (1989-1993) και έχει τιμηθεί από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο Α΄ με το Σταυρό του Απ. Παύλου της Εκκλησίας Κρήτης. Στη θεολογική βιβλιογραφία συμμετέχει, καθώς γνωρίζω με τρία τουλάχιστον βιβλία, Διδακτική των Θεολογικών μαθημάτων (1988), Ξεναγήσεις στο χώρο, το χρόνο και τις αλήθειες των Ευαγγελίων (1999) και Ορθόδοξος λειτουργία και λατρεία. Χτες, σήμερα, πάντοτε. (2005). Το πρώτο μάλιστα είναι ήδη εξαντλημένο1. Θα ήθελα δε να αναφέρω για να μην επανέλθω, ότι η εντρύφησή του ιδιαίτερα στη Μυσταγωγία του αγίου Μαξίμου, όσο και η επιστημονική του κατάρτιση με τη γνώση της φιλοσοφίας και παιδαγωγικής επιστήμης διαπότιζαν έκτοτε τη διδασκαλία του στο χώρο του σχολείου.
Αλλά επιτρέψτε μου να έρθω στη γνωριμία μαζί του με εμπλοκή αρχικά προσωπικών μου στοιχείων.
Προσελήφθηκα στην Δευτεροβάθμια εκπαίδευση αρχικά στο Λύκειο Σητείας, κατά το σχολικό έτος 1984-85, που ήταν Λυκειάρχης ο π. Γεώργιος Γουλιέλμος. Ήταν τότε που πρωτογνωριστήκαμε, ενώ εκείνος μόλις είχε αναλάβει υπηρεσία ως σχολικός σύμβουλος θεολόγων. Δεν ήρθε στις τάξεις που δίδασκα, αλλά σε κατ΄ ιδίαν συναντήσεις που είχαμε και με τους λοιπούς συναδέλφους της περιοχής, διέκρινα εξ αρχής την αγωνία του “πως να λειτουργηθεί ο σημερινός (τότε) μαθητής” και “πως να γίνει βατή και να γεφυρωθεί η απόσταση που χώριζε το σχολείο από την εκκλησία”. Μετά από απουσία τριών περίπου ετών, υπηρετών σε σχολεία της Ρόδου, επανήλθα το σχολ. έτος 1988-89 στο νομό Λασιθίου όπου δίδασκα στο Κλασικό Λύκειο Αγ. Νικολάου. Και ήταν τότε στο ως άνω σχολείο, που γνωριστήκαμε πραγματικά, αφού πραγματοποιούσε επιμορφωτικές και ενημερωτικές συνάξεις, καθώς και διδακτικές επισκέψεις στην τάξη, κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Σε όλες τις επικείμενες επισκέψεις του, ενημέρωνε a priori είτε κάποιον αρχαιότερο συνάδελφο με εντολή να ειδοποιηθούν και οι λοιποί, είτε τη διεύθυνση του σχολείου εγγράφως ή τηλεφωνικώς.
Την εποχή αυτή (όπως και σήμερα εξάλλου) στο μάθημα των θρησκευτικών ορθώνονταν αντίπαλες δυνάμεις από ποικίλες κατευθύνσεις αρχής γενομένης εξ αφορμής της θετικής στάσεως της ελλαδικής διοικούσας εκκλησίας στο καθεστώς της επάρατης δικτατορίας των συνταγματαρχών του 1967 με τα δημιουργηθέντα σκάνδαλα και αποκορύφωμα την οσημέραι εξαπλούμενη αθεΐα στην κοινωνία, λόγω των ευρωπαϊκών και ελλαδικών πολιτικών αλλαγών και του κινήματος των “προοδευτικών”. Ο Μαρξιστικός αφορισμός για τη θρησκεία στο Χριστιανισμό της Δύσεως, ταυτίστηκε στη συνείδηση πολλών με την έννοια της Εκκλησίας. Στα σχολεία κυκλοφόρησε και διδασκόταν στην Α’ Λυκείου ήδη από το 1984 το βιβλίο του Λ. Σταυριανού “Ιστορία του ανθρώπινου γένους” όπου ανεπτύσσετο η θεωρία της εξελίξεως στην πιο γελοιοποιημένη εκδοχή της, την κατεξοχήν καταγωγή του ανθρώπου από τον πίθηκο. Και άλλα όμως βιβλία διαπνεόταν από το εν λόγω πνεύμα. Κατά δε τη διατύπωση του αοιδίμου καθηγητού Ν. Ματσούκα, στη Θεολογία στον ελλαδικό χώρο είχε επικαθήσει “ο τεράστιος και δυσκίνητος ογκόλιθος του ηθικισμού”2 ο οποίος και χαρακτήριζε (και ίσως ακόμη) τα διδακτικά εγχειρίδια, ιδιαίτερα εκείνα του Γυμνασίου. Η λατρεία της Εκκλησίας, ιδιαίτερα το Ύψιστο Μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας, το εορτολόγιο, η μετάνοια και η προσευχή απουσίαζαν από τα περιεχόμενα και η Εκκλησία ταυτιζόταν με τη Θρησκεία. Στους νέους επικρατούσε η λανθασμένη αντίληψη ότι ο εκκλησιασμός αφορούσε μονάχα προχωρημένες ηλικίες. Ταυτόχρονα σύμφωνα με στατιστικές, κατά τη 10ετία του 1990 στην Αθήνα κάθε 50 ώρες ένας νέος πέθαινε από ναρκωτικά3.
Και ήταν ακριβώς σε αυτά τα προβλήματα, που ο κ. Μαρκαντώνης πρόσφερε διεξόδους με ακαδημαϊκή πληρότητα. Αξιοποιώντας και βασιζόμενος στα θέματα του εγχειριδίου μιλούσε στους μαθητές αλλά και στους διδάσκοντες για την ανάγκη γνωριμίας με τη λατρεία της Εκκλησίας, την ομορφιά και τη σημασία της. Τόνιζε τις ευαγγελικές αρετές και τη Θεανθρώπινη παιδεία ως μέσο τελειώσεως του ανθρώπου, προτρέποντας να αγαπήσομε την εκκλησία. Αναζήτησε εκείνες τις παραμέτρους που θα πρόσφεραν στον εκπαιδευτικό και εκπαιδευόμενο την ευχέρεια μιας ελεύθερης, δημιουργικής και ώριμης προσωπικότητας κατά το Βιβλικόν: Υιέ πίνε ύδατα από σών αγγείων, και άπό σών φρεάτων πηγής (Παροιμ. 5, 15). Ήθελε δε όπου ήταν δυνατό, κάποια από τα μαθήματα να γίνονται στον πλησιέστερο στο σχολείο ενοριακό ναό. Με τον τρόπο αυτό αποδέσμευε διδάσκοντες και διδασκομένους από το στείρο καθωσπρεπισμό της τάξεως, “παραδίδων αυτούς τη χάριτι του Θεού” (Πραξ. 14, 25). Τοιουτοτρόπως συνέδεσε το σχολείο με την Εκκλησία, αλλά και με την επιστήμη, εκφράζοντας την πολυδιάστατη ιδιότητα της παιδείας.
Θα αναφέρω ένα προσωπικό περιστατικό, που συνέβηκε σε μία επίσκεψή του στο σχολείο μας, όπου ήμουν επιφορτισμένος με τη διδασκαλία του μαθήματος της Φιλοσοφίας στη Γ΄ Λυκείου. Το εν λόγω βιβλίο έβριθε από γενικότητες, αοριστίες, σολοικισμούς, οδηγώντας συχνά καθηγητές και μαθητές στη σύγχυση και ψυχοφθόρα απομνημόνευση. Τον προσκάλεσα και ήρθε στην τάξη κατά την ώρα της διδασκαλίας, αφού προηγουμένως του είχα εκθέσει τις απορίες και προβληματισμούς μου. Ο σύμβουλος, γνώστης των πραγμάτων, είπε ευθαρσώς στους μαθητές ότι “πρόκειται για ένα κακογραμμένο βιβλίο, το οποίο ήταν ακατάλληλο ακόμη και σε φοιτητές Φιλοσοφικής”. Έκτοτε σε προσωπικό επίπεδο διετήρησα αλλά και εφάρμοζα το παράδειγμά του, κάνοντας το μάθημα των θρησκευτικών, όπου το αναλυτικό πρόγραμμα επέτρεπε, κατά καιρούς στον πλησιέστερο στο σχολείο ναό. Άλλωστε την ίδια μέθοδο διδασκαλίας ακολουθούσε τότε και στο Γενικό Λύκειο Αγ. Νικολάου ο αιδεσιμολογιώτατος, π. Ευάγγελος Παχυγιαννάκης.
Για όλα αυτά στην πρόχειρη τούτη παρουσίαση του προσώπου και του έργου του κ. Μαρκαντώνη ψηλαφείται η συνέχεια της Πατερικής παραδόσεως, όπως εκφράζεται στις Διδαχές του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, “το σχολείο ανοίγει την εκκλησία και η εκκλησία παραστέκει, στηρίζει και προστατεύει το σχολείο4”. Αν δεν υπάρξουν προβλήματα αθέων ή αιρετικών ετεροδιδασκαλιών, ποτέ δε συγκρούονται μεταξύ τους. Σας εξομολογούμαι δε την αμαρτία μου, ότι δεν έχω διαβάσει εισέτι τα βιβλία του, ως όφειλα να είχα ήδη πράξει. Όμως το παράδειγμά του, παραμένει ανεξίτηλα χαραγμένο στη μνήμη μου. Γι αυτό και τον ευχαριστώ και πάλιν εκ βάθους καρδίας και εύχομαι στον Αναστάντα Κύριο να είναι καλά στην υγεία του για να μας δείχνει πάντα το σωστό δρόμο εργασίας.
Δεν γνωρίζω ποια θα ήταν η άποψή του επί της σημερινής πραγματικότητας, και δη με τη φιλοσοφία του νέου Προγράμματος Σπουδών και την επιχειρηθείσα αναβάθμιση του μαθήματος στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας. Κατά προσωπική εκτίμηση έχει γίνει σοβαρή δουλειά από διακεκριμένους επιστήμονες. Πάντως υπάρχει πολλή ανησυχία στα πλαίσια της “κατεδάφισης των πάντων”. Ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς με περισσή ενάργεια προειδοποιεί για “απειλούμενη εξαφάνιση της γραφής σε διεθνικές διαστάσεις και τη θέση της παίρνει η πληκτρολόγηση5” και ότι “το σχολειό ετοιμάζει βανδάλους6”.
Θα ολοκληρώσω με ένα απόσπασμα από τις Διδαχές, το οποίο και αφιερώνω στον κ. Μαρκαντώνη. “Διατί από το σχολείον μανθάνομεν το κατά δύναμιν τι είναι Θεός, τι είναι Αγία Τριάς...τι είναι Παράδεισος, τι είναι κόλασις, τι είναι αμαρτία, αρετή, το Βάπτισμα, ο τίμιος Γάμος, τι είναι ψυχή, τι είναι κορμί, τα πάντα από το σχολείον μανθάνομεν διατί χωρίς το σχολείον περιπατούμεν εις το σκότος....Το σχολείον ανοίγει τις εκκλησίες το σχολείον ανοίγει τα μοναστήρια7”.
Σας ευχαριστώ.
------------------------------------------------------
(*) Εισήγηση στην επιμορφωτική ημερίδα θεολόγων του Σχολικού Συμβούλου Θεολόγων Κρήτης, με θέμα "Τα Θρησκευτικά σήμερα", η οποία πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 25/06/2018, στην αίθουσα του Πολιτιστικού και Κοινωνικού Κέντρου της Ιεράς Μητροπόλεως Ιεραπύτνης και Σητείας, στην Ιεράπετρα.
1 Τα βιογραφικά αυτά στοιχεία συλλέξαμε από την ιστοσελίδα www.biblionet.gr.
2 Ν. Ματσούκα, «Θεολογική θεώρηση των σκοπών του θρησκευτικού μαθήματος», Κοινωνία, 1981. τ.3, σσ. 311-312.
3 Βλ. τη μελέτη του Ν.Ε. Κουράκη, “Ναρκωτικά και Ελληνική πραγματικότητα” 2006, στην ιστοσελίδα www.niotho-asfalis.gr
4 Βλ. Π.Β. Πάσχου, Κοσμάς ο Αιτωλός, Ακρίτας 1985, σσ. 127 κ.ε.
5 Καθημερινή, 20-12-2015.
6 Καθημερινή, 27-08-2017.
7 Π.Β. Πάσχου, ό.π. σσ.126-127.